Συνοπτικά η απάντηση είναι όχι.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, ιδίως σε αρχικού σταδίου καρκίνους, δεν χρειάζεται να γίνεται μαστεκτομή.
Αναλυτικότερα: Τις τελευταίες δεκαετίες ολοένα και…..
περισσότερες γυναίκες που εμφανίζουν καρκίνο στον μαστό δεν χρειάζεται να υποβληθούν σε ακρωτηριαστική επέμβαση, δηλ. σε αφαίρεση του στήθους (μαστεκτομή). Αυτή ήταν μία πολύ ευνοϊκή εξέλιξη στον τρόπο που αντιμετωπίζεται η νόσος και προέκυψε από το γεγονός πως μεγάλες μελέτες (καλά σχεδιασμένες και με μεγάλο αριθμό ασθενών) έδειξαν πως σε ορισμένες περιπτώσεις η αφαίρεση του όγκου και στη συνέχεια η ακτινοβόληση του στήθους είχαν το ίδιο καλά αποτελέσματα με εκείνα που προέκυπταν από την αφαίρεση όλου του οργάνου. Αυτά τα αποτελέσματα αφορούσαν τόσο την επανεμφάνιση της νόσου στο χειρουργημένο στήθος ή γύρω από την ουλή της μαστεκτομής (τοπική υποτροπή), όσο και το πόσο πολύ θα επιβιώσουν οι ασθενείς.
Οι επεμβάσεις που δεν θυσιάζουν τον μαστό ονομάζονται: επεμβάσεις διατήρησης του στήθους ή συντηρητικές επεμβάσεις. Αυτές οι επεμβάσεις στην μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών πρέπει να συνοδευτούν από ακτινοθεραπεία.
Η επιλογή της συντηρητικής χειρουργικής ή χειρουργικής διατήρησης του μαστού εξαρτάται από τρία κριτήρια: 1) να μπορεί η ασθενής να ακτινοβοληθεί 2) το αποτέλεσμα μετά την εγχείρηση να είναι αισθητικά ικανοποιητικό και 3) να μπορεί ο όγκος να εξαιρεθεί μαζί με ένα τμήμα υγιούς ιστού γύρω από αυτόν (να είναι δηλ. “τα όρια εκτομής” αρνητικά). Δες το παρακάτω σχήμα: Η απόσταση ανάμεσα στα εξωτερικά όρια του όγκου και στην τομή για την αφαίρεση του μετριέται και αποτελεί το όριο εκτομής.
Όλες οι ασθενείς είναι υποψήφιες για εγχείρηση διατήρησης στήθους. Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που αυτού του είδους η επέμβαση δεν ενδείκνυται.
1. Απόλυτες αντενδείξεις
Α. Η εγκυμοσύνη, γιατί κατά τη διάρκειά της δεν μπορεί να χορηγηθεί ακτινοθεραπεία. (Παρόλα αυτά, σε αρκετές περιπτώσεις είναι δυνατή η πραγματοποίηση της χειρουργικής διατήρησης του μαστού στο τρίτο τρίμηνο της κύησης και η ακτινοβολία να χορηγηθεί μετά τον τοκετό).
Β. Γυναίκες που εμφανίζουν δύο ή περισσότερους όγκους σε διαφορετικά μέρη (τεταρτημόρια) του ίδιου μαστού (πολυκεντρικούς όγκους).
Γ. Ύπαρξη διάσπαρτων (σε μεγάλη έκταση) μικροαποτιτανώσεων που είναι ύποπτες κακοήθειας.
Δ. Ιστορικό παλαιότερης ακτινοθεραπείας στην περιοχή των μαστών, που καθιστά την νέα ακτινοβόληση αδύνατη λόγω της εξαιρετικά υψηλής δόσης ακτινοβολίας που συνολικά θα συσσωρευόταν (και θα κατέστρεφε τους ιστούς).
Δ. Όταν παρά τις επανειλημμένες απόπειρες συντηρητικής χειρουργικής, οι ιστολογικές εξετάσεις δείχνουν θετικά όρια εκτομής.
Ε. Ο φλεγμονώδης καρκίνος (μία σχετικά σπάνια μορφή καρκίνου).
Σχετικές αντενδείξεις
Α. Να υπάρχει ιστορικό ασθένειας του κολλαγόνου , επειδή έχουν δημοσιευθεί σειρές που δείχνουν ότι αυτές οι ασθενείς έχουν ελαττωμένη αντοχή στην ακτινοβολία. Η ρευματοειδής αρθρίτιδα δεν αποτελεί αντένδειξη. (Για αυτό το θέμα θα πρέπει να συνεννοηθούν χειρουργός και ακτινοθεραπευτής)
Β. Η παρουσία δύο ή περισσότερων όγκων στην ίδια περιοχή του μαστού (στο ίδιο τεταρτημόριο). Αν και σε αυτές τις περιπτώσεις είναι δυνατή η εκτέλεση συντηρητικής επέμβασης, το σωστό είναι στην επιλογή μεταξύ συντηρητικής χειρουργικής ή μαστεκτομής να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες που αφορούν το είδος του καρκίνου, την γενικότερη ιστολογική εικόνα του μαστού, το οικογενειακό ιστορικό και τις επιθυμίες της ασθενούς.
Γ. Ενώ παλαιότερα αν το μέγεθος του όγκου ξεπερνούσε τα 4 εκ. εθεωρείτο ότι δεν μπορεί να γίνει συντηρητική επέμβαση, σήμερα μεγαλύτερη σημασία έχει η σχέση μεγέθους μαστού προς μέγεθος όγκου. Ένας μικρότερος όγκος (π.χ. 3 εκ ) μπορεί να χρειαστεί να αντιμετωπιστεί με μαστεκτομή όταν το στήθος της ασθενούς είναι πολύ μικρό και επομένως το αισθητικό αποτέλεσμα από την επέμβαση δεν θα ήταν ικανοποιητικό. Αντίθετα, ένας μεγάλος όγκος, π.χ. 5 εκ σε ένα πολύ μεγάλο στήθος επιτρέπει την αφαίρεση του με καλά όρια εκτομής, χωρίς να παραμορφωθεί ο μαστός. το μεγάλο μέγεθος του όγκου δεν κατατάσσεται στις απόλυτες αντενδείξεις, παρόλο ότι η δημοσιευμένη εμπειρία για την αντιμετώπιση ασθενών με όγκους μεγαλύτερους των 4 – 5 εκ είναι μικρή. Το μεγάλο μέγεθος του μαστού είναι ένα θέμα που μπορεί να προβληματίσει τον χειρουργό σχετικά με ποια θεραπευτική επιλογή να προτείνει στην ασθενή του. Συνήθως ασθενείς με μεγάλα στήθη (είτε λόγω παχυσαρκίας είτε από την ιδιαιτερότητα του σωματότυπού τους) απαιτούν μεγαλύτερες δόσεις ακτινοβολίας και μπορεί να υπάρξει ανισομέρεια στην κατανομή της, όπως και αυξημένος κίνδυνος δερματικών βλαβών. (Αλλά και η μαστεκτομή συνοδεύεται από προβλήματα σε περιπτώσεις μεγάλων μαστών, κυρίως λόγω της έντονης ασυμμετρίας και της ανισοκατανομής του βάρους στην σπονδυλική στήλη μετά από αυτήν).
Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει αποδεκτή η προεγχειρητική χημειοθεραπεία, η επονομαζόμενη νεο-επικουρική χημειοθεραπεία. Οι ασθενείς ξεκινούν να κάνουν χημειοθεραπεία πριν το χειρουργείο (για 2-4 κύκλους). Με αυτή την τακτική είναι δυνατό να συρρικνωθούν μεγάλοι όγκοι και έτσι να καταστεί εφικτή η χειρουργική που διατηρεί το στήθος. Η επιλογή αυτή θα πρέπει να συζητείται μεταξύ γιατρού και ασθενούς.
Τέλος, μία άλλη αιτία να επιλεγεί μαστεκτομή αντί της εγχείρησης διατήρησης μαστού είναι η δυσκολία να γίνει ακτινοθεραπεία στην ασθενή. Συνήθως αυτό το πρόβλημα εμφανίζεται σε μεγάλης ηλικίας γυναίκες που διαμένουν σε περιοχές μακριά από τα κέντρα ακτινοθεραπείας.