Οι χειρουργικές επεμβάσεις συντήρησης μαστού (και πιο συχνά οι ογκεκτομές) αποτελούν συνήθη χειρουργική πρακτική για τον καρκίνο του μαστού, καθιστώντας την ανάγκη για μαστεκτομές μικρότερη. Σημαντικό, όμως ,σε αυτές τις επεμβάσεις είναι να αφαιρεθεί ο όγκος μαζί με υγιή ιστό γύρω από αυτόν, σε υγιή όπως αναφέρεται στην ιατρική ορολογία, δηλαδή να μην φτάνει η περιφέρεια του όγκου σε κάποιο σημείο ή σε μεγαλύτερη έκταση στην τομή με την οποία έγινε η αφαίρεση του. Το μέγεθος του υιούς ιστού όπου περιβάλει τον όγκο στις ημέρες μας έχει μικρύνει κατά πολύ, εξασφαλίζοντας μεν καλά αποτελέσματα, και βελτιώνοντας δε το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα της επέμβασης.
Όμως συχνά ο χειρουργός είναι αναγκασμένος να ξαναχειρουργήσει όταν η βιοψία του δείξει ότι η τομή του έχει ακουμπήσει στον όγκο. Αυτή η κατάσταση προκαλεί πρόσθετη ταλαιπωρία στην ασθενή, αλλά είναι σημαντικό για την υγεία της να έχει αφαιρεθεί όλος ο όγκος και να μην υπάρχουν υπολείμματα του στο στήθος της γυναίκας
Είχε υποστηριχθεί ότι η η χρήση προεγχειρητικά μαγνητικής τομογραφίας (MRI) θα μπορούσε να βοηθήσει στον καλύτερο σχεδιασμό και στην επίτευξη πιο καθαρών (υγιών) ορίων.
Οι από 10 ιατρικά κέντρα μελέτες SHAVE/SHAVE2 σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού σταδίου 0-3 που υποβλήθηκαν σε συντηρητική εκτομή επικεντρώθηκαν στην επίδραση της Μαγνητικής Τομογραφία στην επίτευξη πιο καλού αποτελέσματος στα όρια εκτομής.
Από αυτές τις μελέτες προέκυψε, όμως, ότι η χρήση προεγχειρητικά μαγνητικής τομογραφίας δεν ήταν σημαντικός παράγοντας για να προβλεφθεί η χειρουργικά ορθή κατάσταση των ορίων εκτομής, ενώ αντίθετα πιο σημαντικό ρόλο σε αυτό είχαν η ηλικία της ασθενούς και το μέγεθος του όγκου.