Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Συνήθως όταν μία γυναίκα ψηλαφήσει έναν όγκο στον μαστό της, αμέσως τρομάζει, καθώς το μυαλό της πάει ότι αυτό που έπιασε μπορεί να είναι καρκίνος.
Αυτό συμβαίνει τόσο στις νεότερες, όσο και στις μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες. Και εκδηλώνεται με πανικό, που σπανιότερα παίρνει την ακραία μορφή της πλήρους άρνησης ό,τι κάτι σοβαρό έχει (που μπορεί να αποδειχθεί επιβλαβές για την υγεία της), αλλά πολύ πιο συχνά οδηγεί την γυναίκα με μεγάλη αγωνία στην προσφυγή σε κάποιον γιατρό και συχνά αναγκάζεται ή αποζητά να υποβληθεί σε μία σειρά εξετάσεων, που συχνά δεν θα ήταν αναγκαίες.
Γενικά, η ψηλάφηση ή ανεύρεση τυχαία κατά την ψηλάφηση του στήθους ή σε μία προληπτική εξέταση ενός όγκου (δηλ. μιας μάζας που ξεχωρίζει από τον υπόλοιπο μαζικό αδένα) τρομάζει έντονα τις γυναίκες.
Τρόμος και αναστάτωση που στην συντριπτική πλειοψηφία (και ανάλογα με την ηλικία) δεν δικαιολογούνται αφού συνήθως αυτές οι μάζες (οι όγκοι) είναι καλοήθεις.
Επειδή, όμως, ποτέ δεν μπορούμε να εκφράσουμε με βεβαιότητα αν μία ψηλαφούμενη ή μία απεικονιζόμενη στη μαστογραφία μάζα είναι καλοήθης όχι, η επίσκεψη στο γιατρό και η διενέργεια των απαραίτητων εξετάσεων που διευκρινίζουν τη φύση της μάζας είναι υποχρεωτικές. Και αυτή η επαφή με τους γιατρούς περιλαμβάνει τόσο την κλινική εξέταση, όσο και τις απεικονισιτκές εξετάσεις (ανάλογα την ηλικία). Και αν κριθεί απαραίτητο γίνεται και η παρακέντηση της μάζας (ολοκληρώνοντας έτσι το τριπλό διαγνωστικό τεστ που μας δίνει με αρκετή βεβαιότητα το τι είδος είναι ο όγκος).
Από όλους τους όγκους (τις μάζες), συνήθως στη νεαρή ηλικία πρόκειται συνήθως για ινοαδενώματα, στην περιεμμηνοπαυσιακή περίοδο για κύστεις και στις μεγάλες ηλικίες για καρκίνο. Αυτή η πρόταση, όμως, δεν είναι ένας γενικός κανόνας, γι΄αυτό και πρέπει να εξετάζεται πάντα ένας νεοεμφανισθείς όγκος από ειδικό μαστολόγο που να διερευνήσει πλήρως τη φύση του.
Αλλά οι γυναίκες πρέπει να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους και να μην καταλαμβάνονται από πανικό.
Σ΄αυτό το κεφάλαιο περιγράφονται οι συνηθέστεροι συμπαγείς (όχι κυστικοί) όγκοι του μαστού.
Αποτελούν το περίπου 5% των καλοήθων όγκων του μαστού που εμφανίζονται είτε στους γαλακτοφόρους πόρους, είτε στην τελική πορο-λοβιακή μονάδα. Δημιουργούνται από τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων του επιθηλίου (της επιφάνειας του εσωτερικού των πόρων) και χαρακτηρίζονται από μία ιδιαίτερη διάταξη στον τρόπο που αναπτύσσονται.
Αν η αλλοίωση συμβεί στη θηλή χρησιμοποιείται για να την περιγράψει ο όρος αδένωμα της θηλής,.
Υπάρχουν τα εξής είδη θηλωμάτων:
1) Μονήρες ενδοπορικό θήλωμα, που είναι πιο σύνηθες σε γυναίκες 30- 50 ετών και εκδηλώνεται συχνότερα ως αιματηρή ή ορώδης ρύση της θηλής. Μπορεί, όμως, να γίνει αντιληπτό και ως ψηλαφητή μάζα κοντά στην θηλαία άλω.
Συνήθως εμφανίζεται κεντρικά, στους μεγάλους υποθηλαίους πόρους ( δηλ. αυτούς που βρίσκονται πίσω από τη θηλή), έχει μέγεθος από μερικά χιλιοστά έως 3 εκ. ( μπορεί, όμως, αν υποστεί κυστική εκφύλιση ή αιμορραγήσει να αυξηθεί σε μέγεθος, ξεπερνώντας και τα 5 εκ).
Η ιστολογική διάκριση του από το θηλώδες καρκίνωμα μπορεί να είναι δύσκολη.
Μαστογραφικά μπορεί να απεικονιστεί το ογκίδιο και η διάταση του πόρου εντός του οποίου αναπτύσσεται.
Επίσης, στο υπερηχογράφημα μπορεί να γίνει εμφανής η ύπαρξη του της μάζας του θηλώματος που προβάλει εντός του αυλού ενός κυστικά διατεταμένου πόρου (Φώτο αρ).
Καλή απεικόνιση δίνει η γαλακτογραφία, με την χαρακτηριστική εικόνα όπου υπάρχει ένα έλλειμμα στην πλήρωση του διατεταμένου πόρου εκεί που έχει αναπτυχθεί το θήλωμα ( δες την εικόνα στην αρχή του κειμένου, όπου το βέλος δείχνει το έλλειμμα στην πλήρωση του πόρου από το σκιαγραφικό που έχει χορηγηθεί μέσα στον πόρο). Η γαλακτογραφία δεν είναι εξέταση ρουτίνας, γιατί πλέον την εικόνα της μάζας και της διάτασης του προσβληθέντος πόρου δίνουν πολύ καλά και τα σύγχρονα μηχανήματα υπερηχοτομογραφίας. Η ενδοσκοπική έρευνα του πόρου ( που γίνεται από ένα εξαιρετικά λεπτό ενδοσκόπιο) αποτελεί μία μέθοδο διάγνωσης της νόσου, που δεν έτυχε ευρείας διάδοσης. Τέλος, η κυτταρολογική εξέταση του εκκρίματος της θηλής δείχνει κύτταρα θηλώδους νεοπλάσματος ( και συστήνεται συνήθως η αφαίρεση του, καθώς δεν μπορεί να αποκλείσει την ύπαρξη θηλώδους καρκινώματος).
Τα θηλώματα μακροπρόθεσμα σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου, ιδίως αν χαρακτηρίζονται ως θηλώματα με ατυπία και αίναι πολλαπλά.
Παρόλο που δεν υπάρχει ομοφωνία, συχνότερα το μονήρες θήλωμα αφαιρείται μαζί με ικανή έκταση του πόρου που το φιλοξενεί ( επέμβαση που ονομάζεται εκλεκτική πορεκτομή -microdochectomy). Η αφαίρεση είναι υποχρεωτική σε θηλώματα με ατυπία.
2) Πολλαπλά περιφερικά θηλώματα, γνωστά και με την ονομασία «θηλωμάτωση«. Δεν πρέπει να συγχέονται με την επιθηλιακή υπερπλασία. Συνήθως εμφανίζονται σε νεότερες γυναίκες σε σχέση με το μονήρες ενδοπορικό θήλωμα. Και επειδή η συχνότητα εμφάνισης τους είναι λιγότερο από το 10% των θηλωμάτων υπάρχουν δυσκολίες στη διάγνωση και θεραπεία τους.
Μπορεί να γίνουν αντιοληπτά ως ψηλαφητή μάζα ή να μην δίνουν κάποιο σύμπτωμα. Λιγότερο συχνά προκαλούν ρύση θηλής. Συχνά είναι αμφοτερόπλευρα. Πιο συχνή η περιφερική εντόπιση καθώς οι αλλοιώσεις συμβαίνουν στην τελική πορολοβιακή μονάδα.
Η μαστογραφία μπορεί να δίνει ή να μην δίνει ευρήματα. Το υπερηχογράφημα υπερτερεί στη διάγνωση, ενώ η Μαγνητική Τομογραφία βοηθά στον προσδιορισμό της έκτασης που έχει η βλάβη.
Τη διάγνωση τη θέτει η βιοψία, αλλά και αυτή απαιτεί προσοχή γιατί μπορεί να υπάρχουν δυσκολίες να διαχωριστεί η συγκεκριμένη πάθηση από άλλες παρόμοιες της κατά την ιστολοπγική εξέταση.
Ανήκουν στις βλάβες με αβέβαιη την εξαλλαγή σε κακοήθεια.
Η θεραπεία τους είναι η χειρουργική εξαίρεση, με συχνή μετεγχειρητική παρακολούθηση και των δύο μαστών, λόγω του υψηλού ποσοστού υποτροπών στον ίδιο αλλά και στον άλλο μαστό καθώς και του αυξημένου κινδύνου εμφάνισης μελλοντικά καρκίνου του μαστού.
3) Νεανική θηλωμάτωση, είναι μία σπάνια βλάβη σε μεγάλο ποσοστό να αφορά νέα άτομα μάτω των 20 ετών. Οι εμπλεκόμενοι πόροι διατείνονται και παίρνουν το σχήμα κύστεων δίνοντας μία εικόνα όπως εκείνη του «ελβετικού τυριού». Συνήθως εμφανίζεται ως διακριτή μάζα που μοιάζει με ινοαδένωμα. Μπορεί να είναι και αμφοτερόπλευρη.
Σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Η θεραπεία της είναι η πλήρης εξαίρεση της βλάβης.
Πρόκειται για ένα καλόηθες νεόπλασμα των επιθηλιακών κυττάρων του μαστού και από αραιό (αφανές) στρώμα ( ιστός που περιβάλει τα κύτταρα του μαζικού αδένα). Μπορεί η εικόνα του (η μορφή του) να μοιάζει με το ινοαδένωμα.
Ανήκει στην κατηγορία των καλοήθων υπερπλαστικών αλλοιώσεων.
Υπάρχουν οι εξής τύποι:
1) Σωληνώδες αδένωμα ή γνήσιο. Προσβάλει νεαρά άτομα και δεν εμφανίζεται μετά την εμμηνόπαυση. Χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη πολλών σωληνωδών κυψελιδικών σχηματισμών. Κλινικά συνήθως πρόκειται για ομαλό και ευκίνητο όζο, που μοιάζει με το ινοαδένωμα, τόσο στην κλινική εξέταση, όσο και στις απεικονιστικές. Αφαιρείται καθώς εκτιμάται ότι πρόκειται για ινοαδένωμα, αλλά η ιστολογική εξέταση θα δώσει το σωστό χαρακτηρισμό της βλάβης ( που είναι εξαιρετικά σπάνια).
2) Αδένωμα της γαλουχίας. Μία ή περισσότερες μάζα/ες που παρουσιάζονται κατά την εγκυμοσύνη ή στη γαλουχία. Χαρακτηρίζονται από αυξημένη εκκριτική δραστηριότητα. Εκτιμάται ότι υπάρχει αιτιολογική σχέση με τα αυξημένα επίπεδα οιστρογόνων Γίνεται αισθητό ως περιοχή σκληρότητας και μάζας κατά τη ψηλάφηση ( που μπορεί να πάρει μεγάλες διαστάσεις) και η εξέταση επιλογής για τη διάγνωση του είναι το υπερηχογράφημα, όπου αναγνωρίζονται τα καλοήθη χαρακτηριστικά, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να υπάρχει αβεβαιότητα και σύγχυση με ευρήματα που μιμούνται κακοήθεια.
Υποστρέφεται αυτόματα μετά το τέλος της περιόδου της εγκυμοσύνης
και γαλουχίας, αλλά μπορεί να ξαναεμφανιστούν σε επόμενη εγκυμοσύνη.
Η βρωμοκρυπτίνη που καταστέλλει την έκκριση της προλακτίνης έχει φανεί χρήσιμη στην μείωση του μεγέθους τους. Για τον αποκλεισμό κακοήθειας χρησιμοποιείται η ιστολογική εξέταση δείγματος της μάζας που λαμβάνεται με παρακέντηση μέσω ευρύστομης βελόνας.
3) Αδένωμα της θηλής. Εμφανίζεται σε γυναίκες μεταξύ 40-50 ετών. Χαρακτηρίζεται από πόνο στη θηλή, αλλαγή στην επιφάνεια της, αιματηρή ρύση και σχηματισμό μάζας ( συνήθως <1,5 εκ). Η διάγνωση του γίνεται με βιοψία ( μπορεί να φτάνει και ένα μικρό δερματικό τμήμα της θηλής, αν αυτή έχει επηρεαστεί). Αν αφεθεί γισ πολλά χρόνια μπορεί να έχει την μορφή της κρεμάμενης μάζας από τη θηλή. Ο όρος «υποθηλαία θηλωμάτωση» που χρησιμοποιείτο παλαιότερα για να χαρακτηρίσει αυτή την βλάβη έχει πλέον εγκαταλειφθεί.
Άλλοι τύποι, πολύ σπανιότεροι, είναι το πορογενές (παρουσιάζεται ως μάζα, που μπορεί να μιμηθεί καρκίνωμα), το πλειόμορφο ( με συχνές αποτιτανώσεις στη μαστογραφία) και το αποκρινές αδένωμα.
Τα αδενώματα δεν φαίνεται να συνδέονται με την εμφάνιση καρκίνου.
Τα αδενώματα δεν συνδέονται με την εμφάνιση καρκίνου.
Το ινοαδένωμα είναι ο πιο συχνός όγκος που εμφανίζεται σε νεαρής ηλικίας γυναίκες ( κυρίως στις ηλικίες μεταξύ 15 – 35 χρονών), χωρίς αυτό να αποκλείει την εμφάνιση του (πολύ πιο σπάνια) και σε πιο μεγάλες ηλικίες, μετά την εμμηνόπαυση. Εκτιμάται ότι υπάρχει στο 10-20% του γυναικείου πληθυσμού.
Δεν είναι ξεκάθαρο ποιοι παράγοντες συμβάλουν στην εμφάνιση του (παράγοντες κινδύνου). Τα αντισυλληπτικά και – για τις μεγαλύτερες γυναίκες- η λήψη σκευασμάτων ορμονικής υποκατάστασης έχουν φανεί σε ορισμένες μελέτες πως συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση. Γενικά τα ινοαδενώματα φαίνεται να διεγείρονται από τα οιστρογόνα και την προγεστερόνη καθώς και κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης και της γαλουχίας. Επίσης, η λήψη φαρμάκων που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό από ασθενείς που τους έχει γίνει μεταμόσχευση κάποιου οργάνου, έχει συνδεθεί με την εμφάνιση πολλαπλών ινοαδενωμάτων.
Σε ποσοστό περίπου 15% των περιπτώσεων εμφανίζονται περισσότερα του ενός ινοαδενώματα (πολλαπλά ινοαδενώματα) στην ίδια γυναίκα. Αυτά μπορεί να εμφανιστούν ταυτόχρονα ή διαδοχικά.
Στην εικόνα έχουν σημειωθεί με μαρκαδόρο πάνω στο δέρμα 4 μεγάλα ινοαδενώματα που υπήρχαν στο δεξιό μαστό μίας νεαρής γυναίκας (Στην ίδια υπήρχαν άλλα τόσα και στον αριστερό μαστό).
Πολλά από τα ινοαδενώματα θα παραμείνουν σταθερά σε μέγεθος, άλλα θα υποχωρήσουν και ένα μικρό ποσοστό θα συνεχίσει να μεγαλώνει με την πάροδο του χρόνου. Συνήθως η πλειοψηφία των ινοαδενωμάτων δεν θα ξεπεράσουν σε μέγεθος τα 2 εκ. Το ποσοστό αυτών που θα αυξηθούν περισσότερο και θα ξεπεράσουν τα 3 εκ. είναι μικρό.
Ενώ το ινοαδένωμα δεν προδιαθέτει για ανάπτυξη καρκίνου, αν υπάρχει επιβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό ή αν στην ιστολογική διερεύνηση εντοπιστούν και υπερπλαστικές βλάβες του μαζικού αδένα, τότε κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού στη γυναίκα είναι πιο αυξημένος.
Συχνά, ιδίως τα επιφανειακά ή τα μεγάλα ινοαδενώματα γίνονται αντιληπτά από τις ίδιες τις γυναίκες. Αλλά, επίσης σε πάρα πολλές περιπτώσεις η ύπαρξη ενός ινοαδενώματος, ιδίως αν είναι μικρό και εντοπίζεται βαθύτερα, ανακαλύπτεται τυχαία από τον υπερηχογραφικό έλεγχο ( ή τον μαστογραφικό σε γυναίκες > 40 ετών).
Κλινικά κατά την ψηλάφηση γίνεται αντιληπτό ως ένα σκληρός, ομαλός και ανώδυνος όγκος, ο οποίος συνήθως ( αν δεν εγκλωβίζεται από πυκνό αδενικό ιστό) είναι ευκίνητος. Η πιο συχνή περιοχή εμφάνισης του ινοαδενώματος είναι το άνω έξω τεταρτημόριο του μαστού.
Από την ψηλάφηση και μόνο δεν μπορεί να τεθεί η διάγνωση του ινοαδενώματος. Η διαφοροδιάγνωση από άλλους όγκους θα γίνει με το τριπλό τεστ (δηλ. την ψηλάφηση, τις απεικονιστικές εξετάσεις και την παρακέντηση). Από τις απεικονιστικές εξετάσεις εκείνη που κατά κανόνα δείχνει πιο καθαρά ότι ο όγκος είναι ινοαδένωμα είναι το υπερηχογράφημα.
Η παρακέντηση μπορεί να γίνει με λεπτή ή με ευρύστομη βελόνα.
Τα ινοαδενώματα έχουν αρκετές παραλλαγές (υποκατηγορίες), σύμφωνα με την ιστολογική εικόνα ( την εμφάνιση τους κατά την εξέταση με το μικροσκόπιο) και την κλινική συμπεριφορά τους. Μία απ’ αυτές, τα σύνθετα ινοαδενώματα, που εμφανίζονται συνήθως σε μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες, είναι αυτά που συνοδεύονται και από άλλες αλλοιώσεις και σχετίζονται με μια μεγαλύτερη του συνήθους πιθανότητα για εμφάνιση καρκίνου του μαστού.
Μία άλλη ιδιαίτερη μορφή ινοαδενώματος είναι το νεανικό γιγαντιαίο ινοαδένωμα ( εφηβικό ή παρθενικό), το οποίο εμφανίζεται πιο συχνά σε νεαρές γυναίκες ( κάτω από την ηλικία των 20 ετών) και παρουσιάζει ταχεία αύξηση του μεγέθους του (που ξεπερνά τα 5 εκ). Δεν είναι συχνό, αφού υπολογίζεται να αποτελεί το 3-4% των ινοαδενωμάτων.
Η πιθανότητα να εμφανιστεί καρκίνος μέσα στο ινοαδένωμα ( να μετατραπεί το ινοαδένωμα σε κακοήθεια) είναι σπανιότατη. Πιο συχνά (και πάλι όμως σπάνια) μπορεί να εμφανιστεί δίπλα στο ινοαδένωμα καρκίνος, συνήθως λοβιακού τύπου,.
Η υπερηχογραφική εικόνα είναι εκείνη της υποηχογενούς αλλοίωσης με ατρακτοειδή συχνότερα μορφή ( εγκάρσια διάμετρος μεγαλύτερη της καθέτου) και ομαλό περίγραμμα.
Συχνά, όμως υπάρχουν και ινοαδενώματα με λοβωτό περίγραμμα (όπως του ινοαδενώματος στην φωτογραφία στην αρχή του κεφαλαίου).
Στη μαστογραφία προβάλει ως σκίαση με ομαλά όρια (φώτο κάτω αριστερά). Τα ινοαδενώματα αποτιτανώνονται και μετά από χρόνια εμφανίζουν χαρακτηριστική μαστογραφική εικόνα, αυτή της «δίκην ποπ-κορν» αλλοίωσης.
Η αντιμετώπιση των περισσότερων ινοαδενωμάτων είναι συντηρητική, δηλ. παρακολούθηση, χωρίς να χρειάζεται χειρουργική αφαίρεση, γιατί στην πλειοψηφία τους θα παραμείνουν ως έχουν σε μέγεθος ή θα συρρικνωθούν
Η χειρουργική θεραπεία (αφαίρεση του ινοαδενώματος) ενδείκνυται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν το ινοαδένωμα αυξάνει γρήγορα σε μέγεθος,
β) είναι μεγαλύτερο των 3 εκ,
γ) η εμφάνιση του (η εικόνα του) στο υπερηχογράφημα δεν είναι ξεκάθαρη ή στην κυτταρολογική ή ιστολογική εξέταση υπάρχουν ενδείξεις ατυπίας ( ιδίως αν πρόκειται για ινοαδενώματα σε μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες) και
δ) ενοχλεί τη γυναίκα και επιθυμεί η ίδια την αφαίρεση του (και η επιθυμία αυτή να παραμένει και μετά από την καλή πληροφόρηση και ψύχραιμη στάση και όχι ως αποτέλεσμα αδικαιολόγητου φόβου).
Ιδιαίτερα οι γυναίκες δεν πρέπει να φοβούνται μήπως αν παραμείνει το ινοαδένωμα γίνει «κακό». Ούτε πάλι η πιθανότητα να αυξηθεί σε μέγεθος κατά την εγκυμοσύνη και το θηλασμό αποτελεί ένδειξη για εγχείρηση, στο βαθμό που ούτε το θηλασμό επηρεάζει, ούτε η ψηλάφηση του τρομάζει, αφού είναι γνωστό πως πρόκειται για ινοαδένωμα.
Αν, όμως, η γυναίκα ασχολείται συνεχώς με αυτό τον «όγκο» και αγχώνεται, τότε η εγχείρηση μπορεί να είναι η καλύτερη λύση.
Ιδιαίτερη προσοχή σ’ ότι αφορά την προθυμία για επέμβαση σε νεαρές γυναίκες με μικρό ή μικρά ινοαδένωμα/τα, γιατί αφενός υπάρχει η πιθανότητα το ινοαδένωμα να μην μεγαλώσει ή και να υποχωρήσει, αφετέρου γιατί μία ουλή σ’ ένα νεανικό στήθος είναι μεγαλύτερο πρόβλημα, απ’ ότι σε μία μεγάλης ηλικίας γυναίκα (και η τομή της επέμβασης παραμένει εφ’ όρου ζωής στο στήθος).
Τέλος, δεν αποκλείεται η εμφάνιση στη συνέχεια και άλλων ινοαδενωμάτων στον ίδιο ή στον άλλο μαστό.
Για καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα συχνά η τομή για την αφαίρεση του ινοαδενώματος γίνεται στην περιφέρεια της θηλαίας άλω ( στο σύνορο που το σκουρόχρωμο δέρμα της θηλαίας άλω μεταπίπτει στο ανοιχτόχρωμο χρώμα του δέρματος του μαστού)
Τα τελευταία χρόνια έχουν δοκιμαστεί μέθοδοι με ειδικές συσκευές που είτε εξαχνώνουν, είτε απομακρύνουν κομμάτι -κομμάτι, είτε καταψύχουν και νεκρώνουν τα ινοαδενώματα. Επειδή, αυτές οι τεχνικές δεν δημιουργούν τόσο μεγάλες ουλές, όσο η ανοικτή βιοψία, υπάρχουν προοπτικές να τύχουν ευρύτερης αποδοχής στο μέλλον, εφόσον η αποτελεσματικότητα τους επιβεβαιωθεί σε σχετικές μελέτες.
Στην φώτο αριστερά η τομή που γίνεται είναι περιθηλαία. Στη φώτο δεξιά αφαίρεση του ινοαδενώματος, που λόγω θέσης ενοχλούσε τη γυναίκα και γι’ αυτό αφαιρέθηκε
Είναι σπάνιος όγκος (αποτελεί το 0,3-1% όλων των όγκων του μαστού) και ανήκει στην κατηγορία των ινοεπιθηλιακών όγκων του μαστού, όπως το ινοαδένωμα και το αμάρτωμα.
Η συχνότητα εμφάνισης του σε σχέση με τα ινοαδενώματα είναι: 1 προς 40.
Παλαιότερα χρησιμοποιείτο ο όρος φυλλοειδές κυστεοσάρκωμα, περισσότερο υποδηλώνοντας τη βιολογική συμπεριφορά ορισμένων εξ αυτών (συχνές τοπικές υποτροπές), παρά την ιστολογική ταυτότητα του ως σάρκωμα. Οι φυλλοειδείς όγκοι χαρακτηρίζονται από διαφοροποιήσεις στο επιθηλιακό στοιχείο και στο στρώμα, ενώ στα σαρκώματα οι αλλαγές δεν αφορούν το επιθηλιακό στοιχείο.
Διακρίνονται τρεις υποκατηγορίες:
– Καλοήθεις (Benign)
– Οριακοί ( Borderline) και σε
– Κακοήθεις ( Malignant)
Μπορούν να εμφανιστούν σε κάθε ηλικία, αλλά συνηθέστερα αυτό συμβαίνει στις γυναίκες που διανύουν την 4η δεκαετία της ζωής τους ( κατά την περιεμμηνοπαυσιακή περίοδο).
Ο φυλλοειδής όγκος διαφέρει από το γιγαντιαίο ινοαδένωμα, τόσο μακροσκοπικά , όσο και μικροσκοπικά.
Το μεγάλο μέγεθος είναι το σύνηθες χαρακτηριστικό του όγκου, χωρίς να αποκλείονται περιπτώσεις διάγνωσης του σε μικρό μέγεθος.
Δεν είναι ξεκάθαρο αν οι φυλλοειδείς όγκοι προκύπτουν από τα ινοαδενώματα ή αν εξαρχής ξεκινούν ως τέτοιοι.
Κλινικά εμφανίζονται κυρίως ως ανώδυνοι όγκοι με χαρακτηριστικά ινοαδενώματος, οι οποίοι όμως αυξάνουν ταχέως σε μέγεθος. Σε
ορισμένες περιπτώσεις η αύξηση του μεγέθους του όγκου είναι τέτοια που μπορεί να καταλάβει σχεδόν όλο το χώρο του μαστού.
Εικόνα φυλλοειδούς όγκου στη μαστογραφία. Χαρακτηριστικό το μέγεθος του.
Εκτός από την κλινική εικόνα, που δεν είναι από μόνη της ικανή να θέσει διάγνωση, ο μαστογραφικός και υπερηχογραφικός έλεγχος δίνουν εικόνες παρόμοιες των ινοαδενωμάτων, με την υποψία ότι ο όγκος είναι φυλλοειδής να αναδεικνύεται κυρίως από το μεγάλο μέγεθος του όγκου.
Η βιοψία με ευρύστομη βελόνα ( και όχι η κυτταρολογική μετά από παρακέντηση με λεπτή βελόνα -FNA) είναι σε θέση να θέσει τη διάγνωση και αυτό είναι επιθυμητό για να σχεδιαστεί η θεραπευτική παρέμβαση.
Η χειρουργική είναι η θεραπεία εκλογής.
Στις σπάνιες περιπτώσεις που ο φυλλοειδής όγκος εμφανιστεί σε γυναίκες νεότερες των 20 ετών, αυτός μπορεί να αφαιρεθεί με εκπυρήνιση ( δες πιο κάτω) και αυτό γιατί σε αυτή την ηλικιακή ομάδα αυτοί οι όγκοι συμπεριφέρονται πάντοτε με καλοήθη τρόπο.
Σε μεγαλύτερες ηλικίες η αφαίρεση του όγκου πρέπει να γίνει μαζί με ένα τμήμα υγιούς ιστού (1 εκ) γύρω από την εξωτερική περιφέρεια του. Με αυτό τον τρόπο μειώνεται το ποσοστό τοπικών υποτροπών που εμφανίζεται μετά την αφαίρεση ενός ποσοστού φυλλοειδών όγκων.
Ο χειρουργός πρέπει να είναι προσεκτικός κατά την αφαίρεση τους, γιατί καθώς ο όγκος μεγαλώνει, πιέζει τους γύρω απ’ αυτόν φυσιολογικούς ιστούς δημιουργώντας ένα είδος σκληρότερης κάψας γύρω του ( ψευδοκάψα). Μέσα από την εσωτερική επιφάνεια της ψευδοκάψας είναι εύκολο να αφαιρεθεί ο όγκος ( εκπυρήνιση). Αυτό, όμως, έχει ως αποτέλεσμα να παραμείνουν υπολείμματα του όγκου που αποτελούν τις εστίες για την επανεμφάνιση του.
Σε περιπτώσεις υποτροπών, πολύ μεγάλων όγκων, η απλή μαστεκτομή αποτελεί εναλλακτική χειρουργική επιλογή.
Να επαναληφθεί πως η πλειοψηφία των φυλλοειδών όγκων έχουν καλοήθη συμπεριφορά και αντιμετωπίζονται επιτυχώς χειρουργικά και δεν θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή της ασθενούς. Θεωρούνται όγκοι που δεν μεθίστανται.
Αντίθετα η κατηγορία των κακοήθων φυλλοειδών όγκων ( φυλλοειδές σάρκωμα) υποτροπιάζουν τοπικά πολύ συχνότερα και μπορούν να δώσουν σπανίως μεταστάσεις (τέτοιου τύπου είναι το 5% των φυλλοειδών όγκων). Μεταστάσεις εμφανίζονται συνήθως στους πνεύμονες και στα οστά.
Τα κριτήρια της κακοήθειας είναι ιστολογικά. Ορισμένες φορές είναι δύσκολο για τον παθολογοανατόμο να εντάξει τον φυλλοειδή όγκο σε μία από τις υποκατηγορίες του. (Ο κακοήθης φυλλοειδής όγκος δεν απωθεί τους γύρω ιστούς, αλλά τους διηθεί. Υπάρχουν διαφοροποιήσεις των αλλαγών του στρώματος όπως σε ινοσάρκωμα, λιποσάρκωμα, οστεοσάρκωμα κ.λ.π. Στην κακοήθη παραλλαγή το επιθηλιακό στοιχείο είναι αραιό και μπορεί να ανιχνεύεται με δυσκολία).
Όγκος που αποτελείται από ώριμα λιπώδη κύτταρα, με καλά αφορισμένα όρια και ο οποίος σπανίως φτάνει σε μεγάλο μέγεθος (>5εκ).
Υπάρχουν παραλλαγές, όπως το αγγειολίπωμα ( που είναι ανώδυνο σε σχέση με τους ίδιους όγκους όταν αυτοί εμφανίζονται σε άλλα ανατομικά μόρια), το λίπωμα με ατρακτοειδή κύτταρα κ.λ.π.
Πρόκειται για έναν όγκο που συχνότερα βρίσκεται επιφανειακά, στο υποδόριο λίπος.
Κλινικά μπορεί να γίνει αντιληπτός ως μία καλά περιγεγραμμένη μάζα (με λοβώσεις ή όχι), ανώδυνη και μαλθακή. Καμιά φορά είναι δύσκολη η διάκριση του από άλλες βλάβες ή να γίνεται δύσκολα η διάκριση τους από τους περιβάλλοντες ιστούς.
Η ανάδειξη του από τον μαστογραφικό ή υπερηχογραφικό έλεγχο μπορεί να είναι δυσχερής, εκτός και αν πρόκειται για μεγάλο σε μέγεθος λίπωμα.
Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με την κυτταρολογική ή ιστολογική εξέταση μετά από παρακέντηση.
Αν δε και τα ευρήματα στον απεικονιστικό έλεγχο δεν είναι ύποπτα κακοήθειας, τότε μπορεί να καθησυχαστεί η ασθενής και να τεθεί υπό παρακολούθηση.
Σε αβεβαιότητα στη διάγνωση ή σε μεγάλο μέγεθος που ενοχλεί την ασθενή, έχει ένδειξη η χειρουργική αφαίρεση του όγκου.
Το ινοαδενολίπωμα ( ή αμάρτωμα) είναι ένα καλά περιγεγραμμένος όγκος με κάψα, ο οποίος συντίθεται από όλα τα στοιχεία των ιστών του μαστού.
Παρουσιάζεται σε όλες τις ηλικίες, αλλά είναι συνηθέστερο στις περιεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Το μέγεθος του ποικίλει και μπορεί να αποκτήσει μεγάλες διαστάσεις, 15- 20εκ.
Μπορεί να γίνει αντιληπτό κατά την ψηλάφηση, αν έχει αποκτήσει κάποιο μέγεθος και είναι σε περιφερική θέση. Συχνά, όμως, αποτελεί μαστογραφικό εύρημα, δίνοντας χαρακτηριστική (παθογνωμονική) εικόνα: περιχαρακωμένη ομαλή μάζα με όλα τα στοιχεία του μαζικού ιστού – «μαστός μέσα στο μαστό».
Δεν χρήζει θεραπευτικής αντιμετώπισης.
Υπάρχουν παραλλαγές, όπως το ινολίπωμα, το χονδρολίπωμα και τον όγκο από λιπώδη κύτταρα εμβρυϊκού τύπου (hibernoma)